2/11/09

Στην ακτή σου


Επινίκια

Τα λόγια σου ήρθαν σαν καλοκαιρινή βροχή
πάνω σε γη διψασμένη
Αύγουστο μήνα,
την ώρα που τα χελιδόνια
κυνηγούσαν μεσούρανα τιτιβίζοντας
αποζητώντας κι εκείνα, λίγη δροσιά.
Κι όπως ανέβαινε στην επιφάνεια
η ευωδιά του ζεστού σώματος
σα να ανοίγει ένα κουτί με παιδικούς θησαυρούς
εξισώθηκα με το θείο,
αντί να παραδέρνω πια ανερμάτιστη…

Κι εκεί που σκάνε οι αφρισμένες δαντέλες του κύματος
καθώς τα αστέρια θα στροβιλίζονται στις αέναες τροχιές τους
και θ’ αφήνουν τα ίχνη τους να σβήνουν
μες τα αστραφτερά πελάγη,
θα μαζέψω στη σκοτεινή ακτή σου ,
τα πετράδια της θάλασσας, κομμάτια πόθους,
ίασπη και σερπεντίνη, χαλαζία και ροδοχρωσίτη
να τα κρεμάσω στο λαιμό μου σαν τρόπαια
και θ’ αφεθώ στο φλοίσβο σου…