Τα Ξωτικά της Νορβηγικής μυθολογίας
Η πρώτη περιγραφή ξωτικών μας έρχεται από τη Νορβηγική μυθολογία. Στα αρχαία νορβηγικά ονομάζονται álfar και η παρουσία μυθολογικών πλασμάτων με συγγενή ονομασία σε μεταγενέστερες λαϊκές παραδόσεις ενισχύει την άποψη ότι η πίστη στα ξωτικά ήταν κοινή σε όλες τις γερμανικές φυλές και όχι μόνο στους αρχαίους Σκανδιναβούς.< Ξωτικά στη Σκανδιναβική μυθολογία αναφέρονται στην Έντα και στις σάγκα. Εδώ τα ξωτικά συσχετίζονται με τους Εσίρ, ειδικά από την έκφραση "Æsir and the elves", που σημαίνει περίπου "όλοι οι θεοί".[2] Ωστόσο, ταυτίζονται και με τους Βανίρ από κάποιους ειδικούς.[3] Τα ξωτικά της Σκανδιναβικής μυθολογίας έχουν μέγεθος ανθρώπου: ξωτικά και άνθρωποι μπορούσαν να ζευγαρώσουν. Ξακουστοί άνθρωποι μετά το θάνατό τους θα μπορούσαν να γίνουν ξωτικά, όπως ο μεγάλος βασιλιάς Όλαφ Γκέιρσταντ.
Ξωτικά στη Σκανδιναβία
Ξωτικά στη Γερμανική μυθολογία
Στη γερμανική λαϊκή παράδοση, τα ξωτικά θεωρούνταν μικρά σκανδαλιάρικα πλάσματα, που προκαλούσαν αρρώστιες στα ζώα και τους ανθρώπους και έφερναν άσχημα όνειρα, επειδή κάθονταν πάνω στο στήθος αυτού που κοιμόταν. Η γερμανική λέξη Albtraum (=εφιάλτης), κυριολεκτικά σημαίνει ξωτικό όνειρο. Ο θρύλος του Erlkönig φαίνεται να δημιουργήθηκε στη Δανία κατά το ίδιο σχεδόν χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με τις λαϊκές παραδόσεις της Γερμανίας και της Δανίας, ο Erlkönig εμφανίζεται σαν προάγγελος θανάτου, όπως οι νεράιδες μπάνσι στην Ιρλανδική μυθολογία. Ωστόσο, ο Erlkönig εμφανίζεται μόνο στο άτομο που θα πεθάνει και η έκφρασή του δηλώνει τι είδους θάνατο θα περιμένει: ήρεμο ή γεμάτο πόνους και αγωνία. Αυτή η πλευρά του μύθου ενέπνευσε τον Γκαίτε να γράψει το ποίημα του Der Erlkönig.
Ξωτικά στην Αγγλική μυθολογία
H λέξη elf εμφανίστηκε στην Αγγλική γλώσσα από την Αρχαία Αγγλική λέξη ælf κι έτσι έφτασε στη Μεγάλη Βρετανία αρχικά με τους Αγγλοσάξονες.[4] Τα ξωτικά των Αγγλοσαξόνων φαίνεται να είχαν ομοιότητες με τα ξωτικά στη Σκανδιναβική μυθολογία: υπερφυσικά πλάσματα με ανθρώπινο παρουσιαστικό, κυρίως αρσενικού φύλου, μπορούσαν να βοηθήσουν ή να βλάψουν τους ανθρώπους που τα συναντούσαν. Ωστόσο, τα μεταγενέστερα αγγλικά παραμύθια παρουσίαζαν τα ξωτικά σαν μικρά δυσδιάκριτα πλάσματα με σκανταλιάρικο χαρακτήρα. Δεν είναι κακά, αλλά ενοχλούν τους ανθρώπους ή μπλέκονται στις υποθέσεις τους. Κάποιες φορές είναι αόρατα. Σε αυτή την παράδοση, τα ξωτικά ταυτίστηκαν λίγο πολύ με τις νεράιδες της Κέλτικης μυθολογίας κι έτσι πολλές φορές πλέον δεν διαχωρίζονται στη λαϊκή παράδοση. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η λογοτεχνική επίδραση στάθηκε καθοριστική για την απαγκίστρωση της εικόνας των ξωτικών από τις μυθολογικές τους ρίζες, με εξέχον παράδειγμα τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, που φανταζόταν τα ξωτικά σαν μικρούς ανθρώπους και δεν τα ξεχώριζε από τις νεράιδες στα διάφορα έργα του.
Τα ξωτικά στη σύγχρονη φανταστική λογοτεχνία
H σύγχρονη φανταστική λογοτεχνία αναβίωσε το μύθο των ξωτικών ως ημίθεα πλάσματα με ανθρώπινη μορφή. Εξέχοντα ρόλο διαδραμάτισε το έργο του Τζον Ρόναλντ Ρούελ Τόλκιν, ο οποίος δημιούργησε έναν τεράστιο μυθικό κόσμο, όπου τα Ξωτικά του είχαν σαφέστατα εμπνευστεί από τα Ξωτικά της Σκανδιναβικής μυθολογίας. Τα Ξωτικά σαν φυλή έμοιαζαν στους ανθρώπους, αλλά ήταν ομορφότερα και είχαν μεγαλύτερη σοφία, μεγαλύτερες πνευματικές δυνάμεις, οξύτερες ικανότητες και είχαν πιο κοντινή επαφή με τη φύση. Είναι αθάνατα, με την έννοια ότι δε φθείρονται από το χρόνο ή κάποια ασθένεια. Μπορούν όμως να σκοτωθούν ή να πεθάνουν από λύπη, αλλά μεταβαίνουν στο Βάλινορ στη Δύση, ενώ οι άνθρωποι εγκαταλείπουν εντελώς τον κόσμο της Άρντα.
Όλες οι πληροφορίες προέρχονται από τη Ελληνική Wikipedia